Κράτησα τη ζωή μου στη Μακρόνησο

Συχνά όταν ακούγεται η λέξη ''αγωνιστής'' ο ακροατής ερμηνεύει τη λέξη πολιτικά, και παραπέμπει συνήθως στην ''αριστερά'' της εποχής προ της μεταπολίτευσης, στην αριστερά των αγώνων για κοινωνική ισότητα και ατομική ελευθερία γνώμης και βούλησης, στην αριστερά των προοδευτικών λογοτεχνών, στην αριστερά της εξορίας..

Σύμφωνα με τη Πύλη της Ελληνικής Γλώσσας η λέξη αγωνιστής και αγωνίστρια αναφέρεται σε αυτόν/ην που αγωνίζεται για την πραγματοποίηση ενός αξιόλογου σκοπού, ιδανικού, ιδεολογίας κτλ. Για τη λέξη εξορία αναφέρει την απομάκρυνση από τον τόπο κατοικίας, που επιβάλλεται σε κάποιον, με διοικητική ή δικαστική απόφαση, και μετάβαση είτε σε ορισμένο σημείο της ίδιας χώρας, είτε στο εξωτερικό. Για τη λέξη αυτοεξόριστος/η αναφέρει αυτόν/ην που εξορίστηκε με τη θέλησή του. 

Στη σύγχρονη καθημερινότητα συναντώνται πλήθος αγωνιστών και αγωνιστριών, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, ανεξαρτήτως πολιτικής ιδεολογίας, που αγωνίζονται να Κρατήσουν τη Ζωή τους. Η λέξη αγωνιστής έχει ευρεία έννοια και είναι άδικο να σκέφτεται κάποιος μόνο την πολιτική της ερμηνεία. 

Αγωνιστής δεν είναι ένας πατέρας με παιδιά την εποχή της ακρίβειας; Αγωνίστρια δεν είναι μια γυναίκα με παιδιά, που την εχει εγκαταλείψει ο σύζυγος; Πώς ονομάζεται ένας χαμηλοσυνταξιούχος που πληρώνει τη μισή σύνταξη σε φάρμακα; Πως χαρακτηρίζεται μια νέα γυναίκα, που χήρεψε στα 40 της έτη και λαμβάνει 30 ευρώ επίδομα το μήνα για κάθε παιδί; Τι είναι ένας πατέρας, που θαλασσοδέρνεται στη μοναξιά, για να μην λείψει τίποτα στην οικογένειά του; Πως ονομάζεται μια γυναίκα με καρκίνο του μαστού και ένας άντρας με καρκίνο στον πνεύμονα; Αγωνίστρια δεν είναι μια φοιτήτρια, που ΔΕΝ ξεπέφτει σε λύσεις sugar daddy αλλά κρατάει με υπερηφάνεια δίσκο, vitex και αξιοπρέπεια και διαμένει στην εστία; Αγωνιστής δεν είναι ένας φοιτητής που ΔΕΝ επιλέγει λύσεις callboy, αλλά το πρωί εργάζεται Κύριος στο λιμάνι και το βράδυ διαβάζει, για να κρατήσει την αντρική του αξιοπρέπεια; Αγωνιστές δεν είναι δυο γονείς που μεγαλώνουν ένα παιδί με αναπηρία; Αγωνιστές δεν είναι η κόρη και ο γιος με κατάκοιτο γονιό, που του πηγαίνουν ένα κομμάτι αντίδωρο την Κυριακή το πρωί;  Αγωνιστής δεν είναι ένας άνθρωπος που παλεύει να μην χάσει το κεραμίδι πάνω απο το κεφάλι του; Αγωνίστρια δεν είναι μια γυναίκα που υπομένει τη βία για να μην χαλάσει το σπίτι της το χαλασμένο; Πως θα χαρακτηριζόταν μια γυναίκα που σπάει το κύκλο της συντροφικής βίας; Αγωνιστής δεν είναι ένας άντρας, που η σύντροφός του νοσεί, και εκείνος παραμένει στο πλάι της μέχρι να περάσει η φουρτούνα; Αντίστοιχα μια γυναίκα προς το σύντροφό της; Τι είναι μια γυναίκα που ενώ δεν έχει χρήματα να πληρώσει το ρεύμα, πληρώνει τις σπουδές της, για να αλλάξει τη ζωή της και ΔΕΝ δέχεται χορηγίες για τα όμορφα της μάτια; 

Πόσους αγωνιστές θα δούμε γύρω μας, εαν κοιτάξουμε καλύτερα τους ανθρώπους στα μάτια;  Αγωνιστές και αγωνίστριες είναι όλοι τους, επειδή αγωνίζονται να κρατήσουν τη ζωή τους. Και τι σημαίνει κρατάω τη ζωή μου; Σημαίνει παραμένω γνήσιος και αμετακίνητος στις απόψεις και στις επιλογές μου. Δεν επηρεάζομαι, ούτε αλλάζω, ανεξάρτητα εαν μου υπόσχονται ''ευκολίες και ανέσεις''. Αντιθέτως αγωνίζομαι αδιαπραγμάτευτα να δημιουργήσω τις επιθυμητές συνθήκες στη ζωή μου, ώστε να πραγματοποιήσω τον δικό μου αξιόλογο σκοπό, και δεν επηρεάζομαι απο ευκαιριακές καταστάσεις, που θα επηρεάσουν και θα μεταβάλλουν την πορεία για το σκοπό μου. 

Αυτός ο αξιόλογος σκοπός είναι διαφορετικός για τον κάθε άνθρωπο. Αξιόλογος σκοπός μπορεί να είναι να προστατεύσεις το ανθισμένο γιασεμί 84 ετών, στην αυλή του σπιτιού των προγόνων σου, μπορεί να είναι να φυλάξεις τη ζωή σου απο τυχοδιώκτες και άρπαγες της περιουσίας σου, μπορεί να είναι να έχεις ειρηνικά γεροντάματα, μπορεί να είναι να φυλάξεις την ψυχή σου απο κάθε είδους κακοτοπιές, αξιόλογος σκοπός μπορεί να είναι να κρατήσεις τη ζωή σου μακριά απο οτιδήποτε θα σε απομακρύνει απο την πραγμάτωση του ιδανικού σου. 

Ένα καθιερωμένο παράδειγμα αγωνιστή, ήταν και ο Οδυσσέας του Μέγιστου Παραμυθά Ομήρου, καθώς είχε χαράξει τον αξιόλογο σκοπό, να φτάσει στην πατρίδα του, και παρέμεινε αμετακίνητος στον αγώνα, μέχρι που δικαιώθηκε με τη βοήθεια της Θεάς Αθηνάς, έστω και μετά απο 20 χρόνια αγώνων μέσα σε κινδύνους και λασπουριές. 

Υπάρχουν και οι αυτοεξόριστοι αγωνιστές. Εαν κοιτάξουμε γύρω μας όλο και κάποιον θα δούμε, που επειδή δεν άντεξε να ζήσει μέσα στη βαρβαρότητα και την αμορφωσιά της πραγματικότητας, επιλέγει να αποσυρθεί σε ειρηνικά περιβάλλοντα, κρύβεται μέσα στα βιβλία και αυτοεξορίζεται ιδιότυπα μακριά απο όλους και απο όλα. Μην αναρωτιέστε για τους μοναχικούς ανθρώπους. Είναι αυτοεξόριστοι εξαιτίας της βαρβαρότητας ορισμένων σύγχρονων ανθρώπων, που εξαιτίας της κενοδοξίας τους αντιπροβάλλονται για σπουδαίοι. 

Κράτησα τη ζωή μου, έγραψε και ο Μέγιστος Δάσκαλος Νομπελίστας (1963) Γιώργος Σεφέρης στο ποίημα Επιφάνια 1937, που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή Τετράδιο Γυμνασμάτων -Σχέδια για ένα καλοκαίρι, που μελοποιήθηκε απο τον Μέγιστο Δάσκαλο Μίκη Θεοδωράκη και ερμηνεύτηκε απο σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως τον Αντώνη Καλογιάννη, τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την Μαρία Φαραντούρη.

Επιφάνια, 1937

Τ’ ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ’ ασφοδίλια το σταμνί που δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά· τ’ άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν.

Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου· στ’ αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατό σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί που φύσηξε ο βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα που βλέπω δε ρωτούν μήτε η γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές· ο χιονισμένος κάμπος, ώς πέρα ο χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε ο καιρός κλειστός σε βουβά ερμοκλήσια μήτε τα χέρια που απλώνουνται για να γυρέψουν, κι οι δρόμοι. Κράτησα τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη σιωπή δεν ξέρω πια να μιλήσω μήτε να συλλογιστώ· ψίθυροι σαν την ανάσα του κυπαρισσιού τη νύχτα εκείνη σαν την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής θάλασσας στα χαλίκια σαν την ανάμνηση της φωνής σου λέγοντας «ευτυχία». Κλείνω τα μάτια γυρεύοντας το μυστικό συναπάντημα των νερών κάτω απ’ τον πάγο το χαμογέλιο της θάλασσας τα κλειστά πηγάδια ψηλαφώντας με τις δικές μου φλέβες τις φλέβες εκείνες που μου ξεφεύγουν εκεί που τελειώνουν τα νερολούλουδα κι αυτός ο άνθρωπος που βηματίζει τυφλός πάνω στο χιόνι της σιωπής. Κράτησα τη ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας το νερό που σ’ αγγίζει στάλες βαριές πάνω στα πράσινα φύλλα, στο πρόσωπό σου μέσα στον άδειο κήπο, στάλες στην ακίνητη δεξαμενή βρίσκοντας έναν κύκνο νεκρό μέσα στα κάτασπρα φτερά του, δέντρα ζωντανά και τα μάτια σου προσηλωμένα.

Ο δρόμος αυτός δεν τελειώνει δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους που έφυγαν εκείνους που χάθηκαν μέσα στον ύπνο τους πελαγίσιους τάφους, όσο ζητάς τα σώματα που αγάπησες να σκύψουν κάτω από τα σκληρά κλωνάρια των πλατάνων εκεί που στάθηκε μια αχτίδα του ήλιου γυμνωμένη και σκίρτησε ένας σκύλος και φτεροκόπησε η καρδιά σου, ο δρόμος δεν έχει αλλαγή· κράτησα τη ζωή μου.

Το χιόνι και το νερό παγωμένο στα πατήματα των αλόγων.

Σε συλλογικό επίπεδο η 1η του Απρίλη είναι μια ημέρα εθνικής μνήμης, εαν σκεφτούμε ότι την 1η Απριλίου του 1955 η Εθνική Οργάνωση Κύπριων Αγωνιστών ΕΟΚΑ ξεκίνησε τον ένοπλο αγώνα για την ανεξαρτησία της Κύπρου από το Ηνωμένο Βασίλειο και την ένωση με την Ελλάδα, που τελικά ποτέ δεν επιτεύχθηκε. Σε ατομικό επίπεδο την 1η Απριλίου 1937 γεννήθηκε ο δεύτερος πατέρας μου, ποδοσφαιριστής, φιλόσοφος, ποιητής, αιώνιος εργένης και μαθητής, ο δικός μου αγωνιστής αυτοεξόριστος απο τη βαρβαρότητα και την υποκρισία των ανθρώπων, το κολλητό μου φιλαράκι, ο άνθρωπος που με βάφτισε χριστιανή ορθόδοξη και με μεγάλωσε σαν παιδί του, μαζί με το πατέρα μου και τον παππού μου. Τρεις γνήσιοι αγωνιστές στο κεφάλι μου.

Τόσα και άλλα τόσα σκεφτόμουν, όσο κοιτούσα στον ορίζοντα την ιερή Μακρόνησο των πολιτικά εξόριστων και βασανισμένων αγωνιστών, το λοιμοκαθαρτήριο των Μικρασιατών προσφύγων, τη νήσο της ιστορίας, της λογοτεχνίας και του πολιτισμού, τη δική μου Μακρόνησο της πρώτης του Απρίλη. Όπως αναφέρει το ποίημα Ο δρόμος αυτός δεν τελειώνει δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους που έφυγαν εκείνους που χάθηκαν μέσα στον ύπνο τους πελαγίσιους τάφους,.ο δρόμος δεν έχει αλλαγή κράτησα τη ζωή μου. 

Το να κρατήσει ο άνθρωπος τη ζωή του, δεν είναι εύκολη υπόθεση, εαν σκεφτούμε ότι ζούμε στην εποχή της προχειρότητας, της επιφάνειας και του ο θάνατός σου η ζωή μου. Ο αγώνας για να κρατήσει ο άνθρωπος τη ζωή του απαιτεί πειθαρχία, στερήσεις, κακουχίες και εξορία στη Μακρόνησο, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αγωνιστικούς χαιρετισμούς.  


© Αγγελική Γ. Πιτσόλη 

Γυναίκα, Αριστούχος Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών  

Επιστήμονας Επικοινωνίας, Ιδιωτικής Ασφάλισης και Πολιτισμού